Συμβουλευτική Γονέων

Η Συμβουλευτική Ψυχολογία είναι η επιστήμη που βοηθάει τον συμβουλευόμενο να βελτιώσει την προσωπική του κατάσταση, να ανακουφιστεί από τη λύπη και τη στενοχώρια, να επιλύσει τις κρίσιμες καταστάσεις που αντιμετωπίζει, να αναπτύξει την ικανότητα επίλυσης των προβλημάτων του και να μπορεί να παίρνει μόνος του αποφάσεις. Επίσης, τον βοηθάει να κάνει καλύτερη χρήση των αποθεμάτων και των ικανοτήτων που διαθέτει ή να αναπτύξει νέες μεθόδους που θα τον διευκολύνουν να ελέγχει και να ρυθμίζει τις σκέψεις και τις πράξεις του.

Η συμβουλευτική γονέων απευθύνεται σε όλους τους γονείς. Δεν είναι απαραίτητο ο γονιός να αντιμετωπίζει κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα με το παιδί του για να απευθυνθεί στον ψυχολόγο.

Η συζήτηση με το σύμβουλο- ψυχολόγο βοηθάει τους γονείς να έχουν μία καλύτερη εικόνα της διαπαιδαγώγησης και εξέλιξης του παιδιού τους, να απαλλαγούν από το άγχος τους αν είναι καλοί γονείς ή όχι, να ενημερωθούν για τα στάδια ανάπτυξης του παιδιού και να αλλάξουν, αν χρειαστεί, τη στάση και τη συμπεριφορά απέναντι στο παιδί τους, ώστε να έχουν καλύτερη σχέση με αυτό. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι βοηθάει στην πιο γρήγορη και εύκολη αποδοχή του γονιού από το παιδί τους, γεγονός που θεμελιώνει την πορεία μιας καλύτερης σχέσης, η οποία απολήγει στην ψυχική ισορροπία του παιδιού.

Ο ψυχολόγος συνδράμει την οικογένεια δίνοντας συγκεκριμένες οδηγίες. Κατευθύνει τους γονείς, ώστε να εφαρμόσουν αποτελεσματικές τεχνικές για την ερμηνεία των συμπεριφορών που εμποδίζουν την ομαλή ανάπτυξη και πορεία της οικογένειας, τη βαθύτερη κατανόηση των ζητημάτων που τους απασχολούν και την αντιμετώπιση τους.

Ενδεικτικές περιπτώσεις τέτοιων ζητημάτων είναι οι δυσκολίες που προκύπτουν από την ύπαρξη συγκεκριμένης διάγνωσης σε παιδί, όπως αυτισμός, μαθησιακή δυσκολία, διαταραχή ελλειμματικής προσοχής, συναισθηματικές διαταραχές. Επίσης,  η χαμηλή αυτοεικόνα του παιδιού, οι εντάσεις κατά το διάβασμα, η ανυπακοή των παιδιών, η ζήλια μεταξύ αδερφών, η δυσκολία οριοθέτησης στις οθόνες, το διαζύγιο, το πένθος, οι φοβίες ή τα προβλήματα συμπεριφοράς απασχολούν συχνά πολλούς από τους γονείς.  

Μέσα από τη συμβουλευτική γονέων αναζητείται και επιτυγχάνεται:

  • Η ενδυνάμωση του ρόλου του γονέα και η δημιουργία ενός θετικού γονέα.
  • Η εκπαίδευσή του σε τεχνικές ενεργητικής ακρόασης και η αύξηση της διαθεσιμότητας του προς το παιδί.
  • Η αποδοχή των δυνάμεων και των αδυναμιών του γονέα, αλλά και του παιδιού του.
  • Η ρύθμιση του άγχους που δημιουργείται από τη μη ικανοποίηση των αιτημάτων του γονέα.
  • Η καλύτερη αξιολόγηση των ικανοτήτων του παιδιού και ο επαναπροσδιορισμός των προσδοκιών των γονέων.
  • Η εκπαίδευση σε τεχνικές αντιμετώπισης προκλητικών συμπεριφορών και στρεσογόνων καταστάσεων, καθώς και η απόκτηση σημαντικών εφοδίων  απαραίτητων για τη θετική αλληλεπίδραση των γονέων με το παιδί.

Τέλος, επιδιώκεται η ενίσχυση της αλληλοϋποστήριξης μεταξύ των γονέων, ώστε να επιτευχθεί η κοινή διαπαιδαγώγηση και η, όσο το δυνατόν, αποτελεσματικότερη συνεργασία μεταξύ τους, καθώς και η συστηματική αποδοχή των προσπαθειών του ενός γονέα από τον άλλον, η κατανόηση των λαθών που μπορεί να συμβούν κατά την ανατροφή των παιδιών και η μεταξύ τους συμμαχία για την αντιμετώπιση των ενοχών που επιφέρει η αίσθηση  αποτυχίας στο γονικό ρόλο. Η  ενίσχυση της αυτοπεποίθησης  των γονέων και  της εμπιστοσύνης τους στον εαυτό τους δημιουργούν το έδαφος για αποτελεσματικότερους γονείς με αυτόνομα και χαρούμενα παιδιά.

Πολύ συχνά στην περίπτωση παιδιών με Ειδικές Μαθησιακές Δυσκολίες συνυπάρχουν και Συναισθηματικές Διαταραχές ή Διαταραχές Συμπεριφοράς. Η σχέση ανάμεσα σε αυτές τις δύο καταστάσεις έχει διττό χαρακτήρα.

  • Η μετ’ εμποδίων παρακολούθηση των μαθημάτων του σχολείου και η ανεπαρκής σχολική επίδοση (η οποία συχνά δεν ανταποκρίνεται στις προσπάθειες που καταβάλλει ένα παιδί με μαθησιακές δυσκολίες) είναι πολύ πιθανόν να προκαλέσει συναισθηματικές διαταραχές και διαταραχές συμπεριφοράς στα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες.

Τα παιδιά με ΕΜΔ βιώνουν σχεδόν επί καθημερινής βάσεως τη σχολική αποτυχία λόγω της δυσκολίας τους να ακολουθήσουν τους ρυθμούς και να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις του μαθήματος.

Έτσι, αισθάνονται ότι υστερούν σε σχέση με τους συμμαθητές τους με αποτέλεσμα να μειώνεται η αυτοπεποίθηση και η αυτοεκτίμησή τους. Ο τρόπος που το κάθε παιδί αντιδρά και αμύνεται σε μια τέτοια κατάσταση ποικίλει ανάλογα με την προσωπικότητα και τον χαρακτήρα του. Δύο όμως είναι οι βασικές συμπεριφορές που απαντώνται: αποτραβηγμένη/εσωστρεφής στάση (άγχος, κατάθλιψη) και επιθετική/παραπτωματική συμπεριφορά (περιθωριοποίηση, προκλητική συμπεριφορά).

  • Υπάρχει βέβαια και η αντίθετη περίπτωση· η παρουσία κάποιου αγχογόνου παράγοντα στη ζωή ενός παιδιού (μια σημαντική αλλαγή στη ζωή ενός παιδιού – διαζύγιο, θάνατος, αλλαγή περιβάλλοντος) πιθανόν να προκαλέσει μαθησιακές δυσκολίες. Και πάλι, όμως, ο τρόπος που θα αντιδράσει το παιδί εξαρτάται από την προσωπικότητα και τον χαρακτήρα του.

Στην περίπτωση που γίνει αντιληπτή η ύπαρξη κάποιας μορφής Συναισθηματικής Διαταραχής ή Διαταραχής της Συμπεριφοράς είναι αναγκαίο να καταρτιστεί εξειδικευμένο και εξατομικευμένο πρόγραμμα αποκατάστασης προκειμένου να βοηθηθεί το παιδί, ώστε να αποφευχθούν πιθανές ψυχοφθόρες καταστάσεις.