Ειδική Αγωγή – Μαθησιακές δυσκολίες

Οι Μαθησιακές Δυσκολίες αναφέρονται σε ένα μεγάλο φάσμα δυσχερειών, οι οποίες είναι σημαντικά σοβαρότερες από αυτές που μπορεί να αντιμετωπίζει ένας μέσος μαθητής στο σχολείο. Οι δυσκολίες αυτές δυσχεραίνουν την καθημερινότητα των παιδιών στο σχολείο και δημιουργούν αρνητικά συναισθήματα τόσο στο παιδί όσο και στον περίγυρό του. Όλα τα παραπάνω συχνά έχουν αρνητικές επιπτώσεις και στη συμπεριφορά του ίδιου του παιδιού (πχ απόσυρση, επιθετικότητα).

Η ενημέρωση, έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση είναι κλειδιά για την αποφυγή όλων των παραπάνω.

Τι είναι οι ειδικές μαθησιακές δυσκολίες; 

Τα τελευταία χρόνια γίνεται όλο και περισσότερο λόγος για τη δυσλεξία. Ωστόσο η δυσλεξία, αν και αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση Ειδικής Μαθησιακής Δυσκολίας, δεν είναι η μόνη.

Με τον όρο Ειδικές Μαθησιακές Δυσκολίες ή Διαταραχές (ΕΜΔ) ονομάζουμε τις δυσκολίες εκείνες, οι οποίες είναι σημαντικά σοβαρότερες και πιο επίμονες από αυτές που αντιμετωπίζει ένας μέσος μαθητής.

Οι ΕΜΔ εκδηλώνονται με ειδικές και σημαντικές ελλείψεις στην εκμάθηση των σχολικών δεξιοτήτων, τη χρονική περίοδο που αναμένονται να κατακτηθούν και να αναπτυχθούν και είναι εγγενείς στο άτομο, σχετίζονται δηλαδή με κάποια αδυναμία στις γνωστικές λειτουργίες του ατόμου.

Οι ΕΜΔ δεν οφείλονται απαραίτητα σε χαμηλή νοητική ικανότητα ή στην έλλειψη εκπαιδευτικών ευκαιριών, παρόλο που οι ευκαιρίες για μάθηση και η ποιότητα της παρεχόμενης διδασκαλίας παίζουν ρόλο στην εμφάνιση και την εξέλιξη των δυσκολιών αυτών.

Ειδικότερα, οι ΕΜΔ εντοπίζονται σε έναν ή και περισσότερους από τους παρακάτω τομείς:

  • Ανάγνωση
  • Γραφή
  • Ορθογραφία
  • Μαθηματικά

Δυσλεξία είναι η ειδική μαθησιακή διαταραχή που αφορά κυρίως στη δυσχέρεια που έχουν ορισμένα άτομα στην επεξεργασία της γλώσσας, με ιδιαίτερη έμφαση στον γραπτό λόγο και οτιδήποτε αφορά σε αυτόν (ανάγνωση, γραφή, κατανόηση και παραγωγή γραπτού λόγου).

Η δυσλεξία δεν σχετίζεται με τη χαμηλή νοημοσύνη· αντιθέτως, ένας δυσλεξικός διαθέτει νοητική ικανότητα ανώτερη του μέσου όρου.

Η δυσχέρεια αυτή είναι δυνατόν να εντοπίζεται σε ένα ή και περισσότερα από τα επίπεδα της γλώσσας:

  • Επίπεδο φωνολογίας– άρθρωση και παραγωγή των γλωσσικών στοιχείων (π.χ. σύγχυση φθόγγων, συμφωνικών και φωνηεντικών).
  • Επίπεδο μορφολογίας και σύνταξης– γραμματική και συντακτική ικανότητα (π.χ. αδυναμία εμπέδωσης και εφαρμογής των κανόνων της γραμματικής και του συντακτικού της γλώσσας).
  • Επίπεδο σημασιολογίας – ικανότητα ορθής διάκρισης και χρήσης της σημασίας των λέξεων (π.χ. σύγχυση λέξεων που ομοιάζουν σημασιολογικά).

Τα συμπτώματα της Δυσλεξίας

Τα συμπτώματα της Δυσλεξίας πρωτίστως σχετίζονται με την ανάγνωση και την κατανόηση γραπτών πληροφοριών, τη γραφή και την ορθογραφία, τη γραπτή (κυρίως, αλλά και την προφορική) έκφραση.

Χαρακτηριστικά συμπτώματα που μπορεί να εντοπιστούν σε δυσλεξικά άτομα είναι τα ακόλουθα:

  • Ανάγνωση: διαβάζει αργά και συλλαβιστά, χωρίς να ακολουθεί τη στίξη, με επαναλήψεις ή και παραλείψεις συλλαβών ή και λέξεων, με συγχύσεις γραμμάτων, συλλαβών ή και λέξεων που μοιάζουν μεταξύ τους (β αντί για δ, αναγκάζω αντί αντιμετωπίζω, ελέφαντας αντί ελεύθερος…) κ.α.
  • Κατανόηση: ελλιπής κατανόηση ή αδυναμία κατανόησης κάποιου κειμένου, αδυναμία απομνημόνευσης του μαθήματος που έχει διαβάσει.
  • Γραφή: παραλείψεις, αντιμεταθέσεις ή προσθήκες γραμμάτων ή συλλαβών, συγχύσεις και αντικαταστάσεις γραμμάτων που μοιάζουν οπτικά ή ακουστικά (π.χ. β-δ, φ-θ, ω-ε, ω-ε), καθρεπτική γραφή γραμμάτων ή αριθμών, δεν αφήνει κενά ανάμεσα στις λέξεις, δεν τονίζει ή παρατονίζει τις λέξεις, δε χρησιμοποιεί στίξη.
  • Ορθογραφία: πολλά, σταθερά λάθη στις καταλήξεις και τα θέματα των λέξεων ( π.χ. εγώ πέζο).
  • Κατανόηση και Έκφραση – Παραγωγή Λόγου (γραπτού ή προφορικού): δυσκολία κατανόησης, συγκράτησης και αναπαραγωγής σύνθετων προτάσεων (και οδηγιών) ή κειμένων, αδυναμία ανάσυρσης της κατάλληλης λέξης και σύγχυση εννοιών (αντί για γραφείο μπορεί να πει τραπέζι), περιορισμένο λεξιλόγιο, “τηλεγραφικός λόγος” (απόδοση του θέματος σε 1-2 προτάσεις), παράταξη νοημάτων με ελλιπή ή καμία σύνδεση μεταξύ τους.

Συνοδά συμπτώματα: πιθανόν να παρουσιάζονται και ελλείμματα προσανατολισμού στον χώρο και στον χρόνο (π.χ. μπερδεύει και ξεχνά ημερομηνίες, τους μήνες ή τις εποχές, δυσκολεύεται να διακρίνει το δεξί από το αριστερό, δυσκολεύεται να “διαβάσει” την ώρα σε αναλογικό ρολόι κ.α.), αδύναμη μνήμη, αδυναμία συγκέντρωσης και προσοχής, δυσκολίες στην εκτέλεση μαθηματικών πράξεων και στη λογικομαθηματική σκέψη.

Δυσαριθμησία είναι η ειδική μαθησιακή δυσκολία που έχουν ορισμένα παιδιά στα μαθηματικά. Τα παιδιά με δυσαριθμησία αντιμετωπίζουν δυσκολίες στα μαθηματικά που είναι σημαντικά σοβαρότερες από αυτές των συμμαθητών τους και εμφανίζουν σημαντικά μειωμένη μαθηματική ικανότητα, που βρίσκεται πολύ πιο κάτω από την αναμενόμενη για την ηλικία τους. Όπως και στη περίπτωση της Δυσλεξίας, δεν σχετίζεται με τη χαμηλή νοημοσύνη.

Τα συμπτώματα της διαταραχής αυτής αφορούν στη λογικομαθηματική ικανότητα των παιδιών. Με άλλα λόγια, και στο μηχανισμό των πράξεων ή/και στο μηχανισμό επίλυσης των προβλημάτων.

Αναλυτικότερα, τα παιδιά με δυσαριθμησία:

  • Αδυνατούν να αναγνωρίσουν ή και να διακρίνουν τα αριθμητικά σύμβολα (+ – × ÷).
  • Αδυνατούν να διακρίνουν και να στοιχίσουν σωστά σε μια πράξη τις μονάδες, τις δεκάδες…
  • Μπερδεύουν τους μηχανισμούς των πράξεων.
  • Ξεχνούν να υπολογίσουν τα κρατούμενα.
  • Ξεχνούν και, ενώ κάνουν μια συγκεκριμένη πράξη (αφαίρεση), συνεχίζουν κάποια άλλη (πρόσθεση).
  • Δυσκολεύονται στην απομνημόνευση της προπαίδειας. 
  • Μπερδεύουν τη σειρά που ακολουθούμε κατά την εκτέλεση μιας πράξης.
  • Αδυνατούν να βρουν το μηχανισμό που χρειάζεται για την επίλυση των προβλημάτων.

Λόγω της ιδιαίτερης φύσης των Μαθηματικών, η έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπισή της Δυσαριθμησίας είναι σημαντική ώστε να μην προκληθούν κενά στη εκμάθηση, σε βαθμό που ο μαθητής πιθανόν να μην μπορεί να ακολουθήσει τη ροή του αντικειμένου σε σχέση με τους συνομηλίκους του.

 

Η αποκατάσταση των Μαθησιακών δυσκολιών γίνεται με την εκπόνηση εξατομικευμένου Ειδικού Μαθησιακού Προγράμματος (Ε.Μ.Π).

Το Ειδικό Μαθησιακό Πρόγραμμα επιβάλλεται να είναι εξατομικευμένο, καθώς κάθε παιδί με δυσκολίες στη μάθηση εμφανίζει το δικό του προφίλ αδυναμιών, οι οποίες ενδέχεται να εντοπίζονται σε έναν ή και περισσότερους από τους παρακάτω τομείς:

  • Ανάγνωση
  • Γραφή
  • Ορθογραφία
  • Μαθηματικά

Οι αδυναμίες του κάθε παιδιού διαφέρουν και σε είδος αλλά και σε ένταση (δεν παρουσιάζουν την ίδια σοβαρότητα), που σημαίνει ότι το Ε.Μ.Π.  πρέπει να είναι προσαρμοσμένο στις ανάγκες του κάθε παιδιού, όπως επίσης και στον ρυθμό με τον οποίο μαθαίνει. Και εφόσον ο καθένας από εμάς έχει τους δικούς του ρυθμούς, το Ε.Μ.Π. δεν μπορεί παρά να προσφέρεται κατ’ ιδίαν στο κάθε παιδί προκειμένου να το βοηθήσει άμεσα και αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση των δυσχερειών του.

Το κλειδί για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των μαθησιακών δυσκολιών είναι η έγκαιρη διάγνωσή τους από τον ειδικό παιδαγωγό, ώστε να σχεδιάσει το αποκαταστασιακό πρόγραμμα που χρειάζεται το συγκεκριμένο παιδί. Το περιεχόμενο του προγράμματος καθορίζεται βάσει των αδυναμιών του και του ρυθμού με τον οποίο λειτουργεί και μαθαίνει. Αυτοί οι δύο παράγοντες βοηθούν και ταυτόχρονα δυσκολεύουν τον ειδικό παιδαγωγό στο έργο του, καθώς δεν του επιτρέπουν να κάνει καμία «πρόβλεψη» για το χρονικό διάστημα που θα χρειαστεί το εκάστοτε παιδί.

Επίσης, σε πολλές περιπτώσεις είναι απαραίτητη η σύμπραξη του ειδικού παιδαγωγού και με άλλες ειδικότητες (πχ εργοθεραπευτής, λογοθεραπευτής, ψυχολόγος), ώστε να αντιμετωπιστούν με τον καταλληλότερο τρόπο οι δυσκολίες του κάθε παιδιού.

Σε κάθε περίπτωση η αποκατάσταση των Μαθησιακών Δυσκολιών αποτελεί το εισιτήριο τόσο για την απρόσκοπτη εξέλιξη του παιδιού στο σχολικό περιβάλλον όσο και για την αποφυγή των αρνητικών επιπτώσεων  στον ψυχισμό και στη συμπεριφορά του.